Εισαγωγικό σημείωμα:
Το 1922, η χρονολογία που σημάδεψε τόσο τη νεότερη ελληνική όσο και την τουρκική ιστορία, είναι ένα σημείο τομής αλλά και ένα ορόσημο για τις δυο πλευρές. Για την Ελλάδα, είναι η χρονιά που ηττήθηκε σε ένα οδυνηρό πόλεμο, με συνέπειες τον ξεριζωμό του μικρασιατικού ελληνισμού και την ολοκληρωτική καταστροφή των οικισμών του στο χώρο της μικρασιατικής χερσονήσου. Για την Τουρκία, είναι η χρονιά που κέρδισε ένα πόλεμο και ελευθέρωσε οριστικά ένα τμήμα του εθνικού εδάφους της από την ενοχλητική και επικίνδυνη παρουσία αλλόδοξων και αλλοεθνών υπηκόων της. Έτσι και για τους δυο λαούς το 1922 έχει αποκτήσει ένα χαρακτήρα συμβόλου. Για τους Τούρκους οποιαδήποτε αναφορά στο '22 σημαίνει ανεξαρτησία, υπερηφάνεια, χαρά. Ορίζει τη μετάβαση από την Οθωμανική αυτοκρατορία στην σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία. Για τους Έλληνες, η ίδια αναφορά σημαίνει καταστροφή, πόνο, δάκρυα, ξεριζωμό, οικονομική καχεξία, παρατεταμένη πολιτική αστάθεια και την κυοφορία της δικτατορίας του 1936. Ανεξάρτητα όμως από σηματοδοτήσεις και συναισθήματα, το '22 συνιστά ένα ουσιώδες στοιχείο της εθνικής ταυτότητας των δύο λαών.
Λένα Τζεδάκη-Αποστολάκη, "Η Μνήμη που πληγώνει. Μαρτυρίες Μικρασιατών προσφύγων".
Το 1922, η χρονολογία που σημάδεψε τόσο τη νεότερη ελληνική όσο και την τουρκική ιστορία, είναι ένα σημείο τομής αλλά και ένα ορόσημο για τις δυο πλευρές. Για την Ελλάδα, είναι η χρονιά που ηττήθηκε σε ένα οδυνηρό πόλεμο, με συνέπειες τον ξεριζωμό του μικρασιατικού ελληνισμού και την ολοκληρωτική καταστροφή των οικισμών του στο χώρο της μικρασιατικής χερσονήσου. Για την Τουρκία, είναι η χρονιά που κέρδισε ένα πόλεμο και ελευθέρωσε οριστικά ένα τμήμα του εθνικού εδάφους της από την ενοχλητική και επικίνδυνη παρουσία αλλόδοξων και αλλοεθνών υπηκόων της. Έτσι και για τους δυο λαούς το 1922 έχει αποκτήσει ένα χαρακτήρα συμβόλου. Για τους Τούρκους οποιαδήποτε αναφορά στο '22 σημαίνει ανεξαρτησία, υπερηφάνεια, χαρά. Ορίζει τη μετάβαση από την Οθωμανική αυτοκρατορία στην σύγχρονη Τουρκική Δημοκρατία. Για τους Έλληνες, η ίδια αναφορά σημαίνει καταστροφή, πόνο, δάκρυα, ξεριζωμό, οικονομική καχεξία, παρατεταμένη πολιτική αστάθεια και την κυοφορία της δικτατορίας του 1936. Ανεξάρτητα όμως από σηματοδοτήσεις και συναισθήματα, το '22 συνιστά ένα ουσιώδες στοιχείο της εθνικής ταυτότητας των δύο λαών.
Λένα Τζεδάκη-Αποστολάκη, "Η Μνήμη που πληγώνει. Μαρτυρίες Μικρασιατών προσφύγων".
ΟΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ
Η ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ
Η Μικρασιατική Καταστροφή, όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται στην ελληνική και εν μέρει στη διεθνή ιστοριογραφία, η δολοφονία και ο βίαιος εκτοπισμός εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ύστερα από την άκαρπη για τους Έλληνες Μικρασιατική Εκστρατεία και την αποτυχία της οργανωμένης άμυνας κατά των δυνάμεων του Κεμάλ Ατατούρκ, η οποία οδήγησε στην αναγκαστική μετακίνηση και εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα και απασχόλησε τον ελληνικό και διεθνή τύπο.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, τη Συνθήκη της Λοζάνης και τη Σύμβαση Ανταλλαγής των Πληθυσμών, πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στο Ηράκλειο. Αρχικά, κατέφθασαν εκατοντάδες και έπειτα χιλιάδες πρόσφυγες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της πόλης και του νομού. Κατά προσέγγιση ο αριθμός των προσφύγων που κατέληξε στην πόλη του Ηρακλείου έφτασε τις 17,5 χιλιάδες, ενώ κατά την απογραφήτου 1928 παραπάνω από το 1/3 των κατοίκων της πόλης είχε προσφυγική προέλευση. Το 96% από αυτούς προερχόταν από τη Μικρά Ασία, ενώ οι γυναίκες ήταν λίγο περισσότερες από τους άνδρες. Αντίστοιχα οι μουσουλμάνοι της πόλης ακολούθησαν τον αντίστροφο δρόμο της προσφυγιάς. Τον Μάιο του 1924 φεύγουν και οι τελευταίοι μουσουλμάνοι, ενώ στον τοπικό τύπο υπάρχουν αρκετές αναφορές για την αναχώρηση μουσουλμάνων από το λιμάνι του Ηρακλείου. Αρκετοί από αυτούς θα εγκατασταθούν στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας, τη σημερινή πόλη Bodrum. Όπως ήταν επόμενο, ο τοπικός τύπος του Ηρακλείου αναφερόταν με καθημερινές ανταποκρίσεις στην- όπως την ονομάζει- «τραγωδία της Σμύρνης».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟ
Η Αλικαρνασσός της Μικράς Ασίας ήταν η σπουδαιότερη από τις πόλεις της δωρικής εξάπολης και επεκτάθηκε στη χερσόνησο ανάμεσα στον Κεραμεικό και τον Ιασικό κόλπο. Στη θέση της σήμερα βρίσκεται η τουρκική πόλη Bodrum. Κατά τη διάρκεια μάλιστα των τελευταίων χρόνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η παρουσία του ελληνικού στοιχείου στην περιοχή υπήρξε ιδιαίτερα πυκνή. Σε ανάμνηση της χαμένης πατρίδας- την οποία οι Έλληνες αποκαλούσαν Πετρούμι και τους κατοίκους της Πετρουμιανούς- οι Μικρασιάτες πρόσφυγες κατέφυγαν στη δημιουργία της Νέας Αλικαρνασσού, που σήμερα αποτελεί προάστιο της πόλης του Ηρακλείου, γεγονός που χρονολογείται το 1924, σύμφωνα με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στη «Νέα Εφημερίδα», όταν αρχίζει η ανέγερση του συνοικισμού. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που δημοσιεύονται στον τοπικό Τύπο, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1924, ανακοινώνεται ότι θα γίνει μειοδοτικός διαγωνισμός για την ανέγερση στην περιοχή του Κατσαμπά προσφυγικού συνοικισμού για τους Αλικαρνασσείς πρόσφυγες. Με βάση τα δημοσιεύματα η αποπεράτωση του έργου θα γινόταν σε διάστημα τριών μηνών και η δαπάνη θα έφτανε τα 5 εκατομμύρια δραχμές. Πράγματι, ο συνοικισμός που δημιουργήθηκε, αναπτύχθηκε γύρω από μια κεντρική πλατεία, στην οποία αργότερα χτίστηκε ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου. Τον Ιούλιο του 1925, δημοσίευμα της «Νέας Εφημερίδας» ανέφερε πως παραδόθηκαν 200 σπίτια στο συνοικισμό Κατσαμπά, στα οποία θα μεταφέρονταν άμεσα Αλικαρνασσείς πρόσφυγες. Η άφιξή τους υπήρξε είτε προϊόν ελεύθερης προσωπικής επιλογής, προκειμένου να διατηρήσουν τους συγγενικούς τους δεσμούς, είτε αποτέλεσμα της οργανωμένης προσπάθειας του Μιχαήλ Ελευθεριάδη ώστε να επιτύχει την πληθυσμιακή ομοιογένεια του νέου συνοικισμού.
ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ TΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Οι πρόσφυγες που έμεναν στον πρόχειρο οικισμό, έκτισαν οικίες, αφού πρώτα γκρέμισαν ορισμένα από τα σπίτια των Κρητών μουσουλμάνων που αποχώρησαν και δημιούργησαν τρεις διαφορετικές ζώνες με βάση τα επαγγέλματα τους. Αυτές ήταν: η νότια ζώνη, τα «Γεωργικά», που προορίζονταν για την αποκατάσταση των προσφύγων που ασχολούνταν με τη γεωργία, η ενδιάμεση κεντρική, τα «Αστικά», προορισμένη για την αποκατάσταση των προσφύγων που ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες και τεχνίτες και η βόρεια, τα «Θαλασσινά», για όσους ασχολούνταν με την αλιεία.
Οι δυσκολίες που συνάντησαν οι πρόσφυγες ήταν πολλές, μεταξύ των οποίων οι δυσχερείς καιρικές συνθήκες και οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο της «Νέας Εφημερίδας», σύμφωνα με το οποίο το 1925 λόγω μίας έντονης καταιγίδας πολλές οικίες πλημμύρισαν. Το πρώτο διάστημα η υδροδότηση και οι εγκαταστάσεις υγιεινής ήταν ανύπαρκτες. Οι πρόσφυγες ζούσαν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση και αποχέτευση. Επιπλέον, καθώς τα σπίτια κτίστηκαν βιαστικά και με φθηνά υλικά, σύντομα παρουσιάστηκαν κακοτεχνίες και φθορές. Έπειτα το 1925 εξαιτίας άσχημων καιρικών συνθηκών, προκλήθηκαν ζημιές σε πολλά σπίτια από τις βροχές, ενώ πολλά από αυτά καταστράφηκαν και από το σεισμό του 1926.
Με την ολοκλήρωση της κατασκευής των δρόμων, ονοματίστηκαν και οι οδοί, τα ονόματα των οποίων παρέπεμπαν στη Μικρά Ασία. Οι κεντρικές οδοί στην Αλικαρνασσό ήταν οι: Σταδίου, Ικαρίας, Δημοκρατίας, Ηροδότου, Αρτεμισίας και η Μαυσώλου. Οι ονομασίες των οδών παρέμειναν αναλλοίωτες από τότε μέχρι και σήμερα.
Οι δύσκολες βιοτικές συνθήκες φαίνεται ότι ενδυνάμωσαν τη συλλογική συνείδηση των προσφύγων και παράλληλα παρατηρήθηκε αυξημένη κοινωνική αλληλεγγύη και σύσφιξη των δεσμών μεταξύ των κατοίκων του συνοικισμού, η οποία εκφράστηκε αρχικά με την ενδογαμία και κατά τις επόμενες δεκαετίες με τη γενική συμμετοχή στα κοινωφελή έργα (π.χ. ασφαλτόστρωση δρόμων), την ανέγερση της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου και την ίδρυση αθλητικού σωματείου («ο Ηρόδοτος»). Όσον αφορά την ανέγερση του ναού του Αγίου Νικολάου, αυτός κατάφερε να ολοκληρωθεί με προσωπική προσπάθεια και ατομική εργασία των κατοίκων. Σημαντική υπήρξε στην προσπάθεια αυτή και η συμβολή της ερανικής επιτροπής των εκάστοτε Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και των Κοινοτήτων, η οποία διενεργούσε συχνά εράνους, για τη συγκέντρωση χρημάτων που συνέβαλαν στην αποπεράτωση του ναού.
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Η επιλογή του χώρου εγκατάστασης και η σύσταση του οικισμού έγινε σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Εποικισμού. Χώροι που προτάθηκαν ήταν η Ανάβυσσος, η Κοκκινιά και ο Κατσαμπάς στην Κρήτη, καθώς οι Μικρασιάτες πρόσφυγες από την Αλικαρνασσό επιθυμούσαν να βρίσκονται κοντά στη θάλασσα. Ο λόγος που τελικά επιλέχτηκε η περιοχή του Κατσαμπά, ήταν το γεγονός ότι «το μέρος θύμιζε την χαμένη πατρίδα». Ταυτόχρονα εξασφάλιζε επαγγελματικά πολλούς πρόσφυγες, που είχαν ως κύρια επαγγελματική ασχολία την αλιεία. Επιπλέον εκεί υπήρχαν τουρκικές οικίες που εγκαταλείφτηκαν από τους Κρήτες Μουσουλμάνους με την ανταλλαγή πληθυσμών και όπου μπορούσαν να μείνουν αρκετοί πρόσφυγες.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε ο συνοικισμός της Νέας Αλικαρνασσού που πήρε το όνομά του από τον τόπο προέλευσης των προσφύγων, δημιουργώντας έτσι μια συμβολική γέφυρα με το παρελθόν και τον τόπο καταγωγής τους.
Επιμέλεια: Κατερίνα Βεϊσάκη
Βιβλιογραφία:
Η Μικρασιατική Καταστροφή, όπως έχει καθιερωθεί να ονομάζεται στην ελληνική και εν μέρει στη διεθνή ιστοριογραφία, η δολοφονία και ο βίαιος εκτοπισμός εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας, ύστερα από την άκαρπη για τους Έλληνες Μικρασιατική Εκστρατεία και την αποτυχία της οργανωμένης άμυνας κατά των δυνάμεων του Κεμάλ Ατατούρκ, η οποία οδήγησε στην αναγκαστική μετακίνηση και εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα και απασχόλησε τον ελληνικό και διεθνή τύπο.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΣΤΟ ΗΡΑΚΛΕΙΟ
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, τη Συνθήκη της Λοζάνης και τη Σύμβαση Ανταλλαγής των Πληθυσμών, πολλοί πρόσφυγες κατέφυγαν στο Ηράκλειο. Αρχικά, κατέφθασαν εκατοντάδες και έπειτα χιλιάδες πρόσφυγες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές της πόλης και του νομού. Κατά προσέγγιση ο αριθμός των προσφύγων που κατέληξε στην πόλη του Ηρακλείου έφτασε τις 17,5 χιλιάδες, ενώ κατά την απογραφήτου 1928 παραπάνω από το 1/3 των κατοίκων της πόλης είχε προσφυγική προέλευση. Το 96% από αυτούς προερχόταν από τη Μικρά Ασία, ενώ οι γυναίκες ήταν λίγο περισσότερες από τους άνδρες. Αντίστοιχα οι μουσουλμάνοι της πόλης ακολούθησαν τον αντίστροφο δρόμο της προσφυγιάς. Τον Μάιο του 1924 φεύγουν και οι τελευταίοι μουσουλμάνοι, ενώ στον τοπικό τύπο υπάρχουν αρκετές αναφορές για την αναχώρηση μουσουλμάνων από το λιμάνι του Ηρακλείου. Αρκετοί από αυτούς θα εγκατασταθούν στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας, τη σημερινή πόλη Bodrum. Όπως ήταν επόμενο, ο τοπικός τύπος του Ηρακλείου αναφερόταν με καθημερινές ανταποκρίσεις στην- όπως την ονομάζει- «τραγωδία της Σμύρνης».
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΣΤΗ ΝΕΑ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟ
Η Αλικαρνασσός της Μικράς Ασίας ήταν η σπουδαιότερη από τις πόλεις της δωρικής εξάπολης και επεκτάθηκε στη χερσόνησο ανάμεσα στον Κεραμεικό και τον Ιασικό κόλπο. Στη θέση της σήμερα βρίσκεται η τουρκική πόλη Bodrum. Κατά τη διάρκεια μάλιστα των τελευταίων χρόνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η παρουσία του ελληνικού στοιχείου στην περιοχή υπήρξε ιδιαίτερα πυκνή. Σε ανάμνηση της χαμένης πατρίδας- την οποία οι Έλληνες αποκαλούσαν Πετρούμι και τους κατοίκους της Πετρουμιανούς- οι Μικρασιάτες πρόσφυγες κατέφυγαν στη δημιουργία της Νέας Αλικαρνασσού, που σήμερα αποτελεί προάστιο της πόλης του Ηρακλείου, γεγονός που χρονολογείται το 1924, σύμφωνα με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στη «Νέα Εφημερίδα», όταν αρχίζει η ανέγερση του συνοικισμού. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις που δημοσιεύονται στον τοπικό Τύπο, στις 20 Σεπτεμβρίου του 1924, ανακοινώνεται ότι θα γίνει μειοδοτικός διαγωνισμός για την ανέγερση στην περιοχή του Κατσαμπά προσφυγικού συνοικισμού για τους Αλικαρνασσείς πρόσφυγες. Με βάση τα δημοσιεύματα η αποπεράτωση του έργου θα γινόταν σε διάστημα τριών μηνών και η δαπάνη θα έφτανε τα 5 εκατομμύρια δραχμές. Πράγματι, ο συνοικισμός που δημιουργήθηκε, αναπτύχθηκε γύρω από μια κεντρική πλατεία, στην οποία αργότερα χτίστηκε ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου. Τον Ιούλιο του 1925, δημοσίευμα της «Νέας Εφημερίδας» ανέφερε πως παραδόθηκαν 200 σπίτια στο συνοικισμό Κατσαμπά, στα οποία θα μεταφέρονταν άμεσα Αλικαρνασσείς πρόσφυγες. Η άφιξή τους υπήρξε είτε προϊόν ελεύθερης προσωπικής επιλογής, προκειμένου να διατηρήσουν τους συγγενικούς τους δεσμούς, είτε αποτέλεσμα της οργανωμένης προσπάθειας του Μιχαήλ Ελευθεριάδη ώστε να επιτύχει την πληθυσμιακή ομοιογένεια του νέου συνοικισμού.
ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ TΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Οι πρόσφυγες που έμεναν στον πρόχειρο οικισμό, έκτισαν οικίες, αφού πρώτα γκρέμισαν ορισμένα από τα σπίτια των Κρητών μουσουλμάνων που αποχώρησαν και δημιούργησαν τρεις διαφορετικές ζώνες με βάση τα επαγγέλματα τους. Αυτές ήταν: η νότια ζώνη, τα «Γεωργικά», που προορίζονταν για την αποκατάσταση των προσφύγων που ασχολούνταν με τη γεωργία, η ενδιάμεση κεντρική, τα «Αστικά», προορισμένη για την αποκατάσταση των προσφύγων που ήταν ελεύθεροι επαγγελματίες και τεχνίτες και η βόρεια, τα «Θαλασσινά», για όσους ασχολούνταν με την αλιεία.
Οι δυσκολίες που συνάντησαν οι πρόσφυγες ήταν πολλές, μεταξύ των οποίων οι δυσχερείς καιρικές συνθήκες και οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο της «Νέας Εφημερίδας», σύμφωνα με το οποίο το 1925 λόγω μίας έντονης καταιγίδας πολλές οικίες πλημμύρισαν. Το πρώτο διάστημα η υδροδότηση και οι εγκαταστάσεις υγιεινής ήταν ανύπαρκτες. Οι πρόσφυγες ζούσαν χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση και αποχέτευση. Επιπλέον, καθώς τα σπίτια κτίστηκαν βιαστικά και με φθηνά υλικά, σύντομα παρουσιάστηκαν κακοτεχνίες και φθορές. Έπειτα το 1925 εξαιτίας άσχημων καιρικών συνθηκών, προκλήθηκαν ζημιές σε πολλά σπίτια από τις βροχές, ενώ πολλά από αυτά καταστράφηκαν και από το σεισμό του 1926.
Με την ολοκλήρωση της κατασκευής των δρόμων, ονοματίστηκαν και οι οδοί, τα ονόματα των οποίων παρέπεμπαν στη Μικρά Ασία. Οι κεντρικές οδοί στην Αλικαρνασσό ήταν οι: Σταδίου, Ικαρίας, Δημοκρατίας, Ηροδότου, Αρτεμισίας και η Μαυσώλου. Οι ονομασίες των οδών παρέμειναν αναλλοίωτες από τότε μέχρι και σήμερα.
Οι δύσκολες βιοτικές συνθήκες φαίνεται ότι ενδυνάμωσαν τη συλλογική συνείδηση των προσφύγων και παράλληλα παρατηρήθηκε αυξημένη κοινωνική αλληλεγγύη και σύσφιξη των δεσμών μεταξύ των κατοίκων του συνοικισμού, η οποία εκφράστηκε αρχικά με την ενδογαμία και κατά τις επόμενες δεκαετίες με τη γενική συμμετοχή στα κοινωφελή έργα (π.χ. ασφαλτόστρωση δρόμων), την ανέγερση της εκκλησίας του Αγ. Νικολάου και την ίδρυση αθλητικού σωματείου («ο Ηρόδοτος»). Όσον αφορά την ανέγερση του ναού του Αγίου Νικολάου, αυτός κατάφερε να ολοκληρωθεί με προσωπική προσπάθεια και ατομική εργασία των κατοίκων. Σημαντική υπήρξε στην προσπάθεια αυτή και η συμβολή της ερανικής επιτροπής των εκάστοτε Εκκλησιαστικών Συμβουλίων και των Κοινοτήτων, η οποία διενεργούσε συχνά εράνους, για τη συγκέντρωση χρημάτων που συνέβαλαν στην αποπεράτωση του ναού.
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ
Η επιλογή του χώρου εγκατάστασης και η σύσταση του οικισμού έγινε σύμφωνα με τις υποδείξεις της Διεύθυνσης Εποικισμού. Χώροι που προτάθηκαν ήταν η Ανάβυσσος, η Κοκκινιά και ο Κατσαμπάς στην Κρήτη, καθώς οι Μικρασιάτες πρόσφυγες από την Αλικαρνασσό επιθυμούσαν να βρίσκονται κοντά στη θάλασσα. Ο λόγος που τελικά επιλέχτηκε η περιοχή του Κατσαμπά, ήταν το γεγονός ότι «το μέρος θύμιζε την χαμένη πατρίδα». Ταυτόχρονα εξασφάλιζε επαγγελματικά πολλούς πρόσφυγες, που είχαν ως κύρια επαγγελματική ασχολία την αλιεία. Επιπλέον εκεί υπήρχαν τουρκικές οικίες που εγκαταλείφτηκαν από τους Κρήτες Μουσουλμάνους με την ανταλλαγή πληθυσμών και όπου μπορούσαν να μείνουν αρκετοί πρόσφυγες.
Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε ο συνοικισμός της Νέας Αλικαρνασσού που πήρε το όνομά του από τον τόπο προέλευσης των προσφύγων, δημιουργώντας έτσι μια συμβολική γέφυρα με το παρελθόν και τον τόπο καταγωγής τους.
Επιμέλεια: Κατερίνα Βεϊσάκη
Βιβλιογραφία:
- Ελένη Ψαραδάκη, Μνήμες στους Μικρασιάτες πρόσφυγες της Νέας Αλικαρνασσού Ηρακλείου Κρήτης, αδημοσίευτη μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία, Ρέθυμνο (2012).
- Εμμανουήλ Χαλκιαδάκης, "Η εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στο Ηράκλειο και η ανοικοδόμηση του ναού του Αγ. Νικολάου Νέας Αλικαρνασσού", Πρακτικά 12ου Κρητολογικού συνεδρίου, Ηράκλειο (2016).
Η ιστορία της ίδρυσης της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου στη Νέα Αλικαρνασσό
Οι πρόσφυγες αμέσως μετά την εγκατάστασή τους στη νέα πατρίδα μπόρεσαν να κτίσουν σχολείο και την αρχικά ξύλινη εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που οι ίδιοι ονόμαζαν «παράγκα», γιατί ήταν φτιαγμένη με πρόχειρα υλικά με σκοπό να εξυπηρετήσουν τις λατρευτικές τους ανάγκες, ενώ παράλληλα η εκκλησία αποτελούσε τον κοινό τόπο όλων των Μικρασιατών προσφύγων. Εκτός από τόπος μνήμης όμως αποτελούσε και σημείο αναφοράς που συνέδεε το μικρασιάτικο παρελθόν τους με το παρόν και το μέλλον τους στην Κρήτη. Για αυτό και ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο, όπως και ήταν και ο ομώνυμος ναός της Αλικαρνασσού της Μικράς Ασίας (Bodrum), που αποτελούσε την πόλη προέλευσής των περισσοτέρων και ο οποίος είχε κατασκευαστεί πριν από τρεις περίπου αιώνες. Καθώς όμως δεν υπήρχαν χρήματα για την κατασκευή του ναού, αυτή στηρίχθηκε σχεδόν αποκλειστικά στην προσωπική εργασία και στην οικονομική συνδρομή όσων χριστιανών είχαν την οικονομική δυνατότητα και τη θέληση να βοηθήσουν.
Εκτός από τα έθιμα και τις παραδόσεις τους οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους κειμήλια, εκκλησιαστικά σκεύη και εικόνες, όπως η εικόνα του αγίου Νικολάου πάνω στην οποία κατά την παράδοση ορκίστηκε ναύαρχος στα Ψαρά ο πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης και πάνω της είναι ευδιάκριτα σημάδια από σφαίρα που δέχτηκε την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης λέγεται επίσης ότι Τούρκοι την άρπαξαν από τα Ψαρά και στη συνέχεια την πούλησαν σε κάποιον ιερέα από την Αλικαρνασσό, για αυτό οι Ψαριανοί θεωρούσαν ότι η εικόνα τούς ανήκε και ήθελαν να την φέρουν πίσω στο νησί τους. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης των προσφύγων στο Ηράκλειο η εικόνα να φυλάσσεται κάθε βράδυ σε διαφορετικό τόπο, προκειμένου να μην μπορεί να εντοπιστεί.
Οι κάτοικοι της Νέας Αλικαρνασσού αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν για δεύτερη φορά τον συνοικισμό κατά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Μετά το τέλος του πολέμου ξεκίνησε ξανά το 1948 η ανέγερση του ναού του αγίου Νικολάου, για να αντικαταστήσει τον αρχικό ξύλινο ναό του 1927. Για δεύτερη φορά χρήματα δεν υπήρχαν για την υλοποίηση του στόχου και έτσι ο ναός ανεγέρθηκε με τη συνδρομή εράνων, προσωπικής εργασίας και τη διεξαγωγή κοινωνικών εκδηλώσεων. Εκτός από τους εράνους οι κάτοικοι Νέας Αλικαρνασσού ανέβασαν δυο θεατρικές παραστάσεις στο ίδιο έτος, οι εισπράξεις των οποίων διατέθηκαν για αυτό το σκοπό. Πρόκειται για το κοινωνικό δράμα «Άννα θα σε πάρω» και την κωμωδία «Αντίθετα της φύσεως», οι οποίες τέθηκαν υπό την προστασία του νομάρχη Ηρακλείου για την ενίσχυση του ταμείου της ανεγέρσεως του ιερού ναού Αγίου Νικολάου. Ταυτόχρονα η εργασία των απλών ανθρώπων και οι δωρεές εύπορων κατοίκων της Νέας Αλικαρνασσού συνέλαβαν τελικά στην αποπεράτωση του ναού.
Ο σημερινός ναός του Αγίου Νικολάου, που διαδέχθηκε τον αρχικό ξύλινο ναό, εξακολουθεί να δεσπόζει στην πλατεία της Νέας Αλικαρνασσού και αποτελεί –ανάμεσα στα άλλα- ένα σύμβολο συλλογικής προσπάθειας και ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα συνεργασίας και δημιουργικότητας των προσφύγων.
Επιμέλεια : Μαριτίνα Κριτσωτάκη
Βιβλιογραφία: Εμμανουήλ Χαλκιαδάκης, "Η εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στο Ηράκλειο και η ανοικοδόμηση του ναού του Αγ.Νικολάου Νέας Αλικαρνασσού", Πρακτικά 12ου Κρητολογικού συνεδρίου, Ηράκλειο (2016).
Εκτός από τα έθιμα και τις παραδόσεις τους οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους κειμήλια, εκκλησιαστικά σκεύη και εικόνες, όπως η εικόνα του αγίου Νικολάου πάνω στην οποία κατά την παράδοση ορκίστηκε ναύαρχος στα Ψαρά ο πυρπολητής Κωνσταντίνος Κανάρης και πάνω της είναι ευδιάκριτα σημάδια από σφαίρα που δέχτηκε την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης λέγεται επίσης ότι Τούρκοι την άρπαξαν από τα Ψαρά και στη συνέχεια την πούλησαν σε κάποιον ιερέα από την Αλικαρνασσό, για αυτό οι Ψαριανοί θεωρούσαν ότι η εικόνα τούς ανήκε και ήθελαν να την φέρουν πίσω στο νησί τους. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης των προσφύγων στο Ηράκλειο η εικόνα να φυλάσσεται κάθε βράδυ σε διαφορετικό τόπο, προκειμένου να μην μπορεί να εντοπιστεί.
Οι κάτοικοι της Νέας Αλικαρνασσού αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν για δεύτερη φορά τον συνοικισμό κατά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Μετά το τέλος του πολέμου ξεκίνησε ξανά το 1948 η ανέγερση του ναού του αγίου Νικολάου, για να αντικαταστήσει τον αρχικό ξύλινο ναό του 1927. Για δεύτερη φορά χρήματα δεν υπήρχαν για την υλοποίηση του στόχου και έτσι ο ναός ανεγέρθηκε με τη συνδρομή εράνων, προσωπικής εργασίας και τη διεξαγωγή κοινωνικών εκδηλώσεων. Εκτός από τους εράνους οι κάτοικοι Νέας Αλικαρνασσού ανέβασαν δυο θεατρικές παραστάσεις στο ίδιο έτος, οι εισπράξεις των οποίων διατέθηκαν για αυτό το σκοπό. Πρόκειται για το κοινωνικό δράμα «Άννα θα σε πάρω» και την κωμωδία «Αντίθετα της φύσεως», οι οποίες τέθηκαν υπό την προστασία του νομάρχη Ηρακλείου για την ενίσχυση του ταμείου της ανεγέρσεως του ιερού ναού Αγίου Νικολάου. Ταυτόχρονα η εργασία των απλών ανθρώπων και οι δωρεές εύπορων κατοίκων της Νέας Αλικαρνασσού συνέλαβαν τελικά στην αποπεράτωση του ναού.
Ο σημερινός ναός του Αγίου Νικολάου, που διαδέχθηκε τον αρχικό ξύλινο ναό, εξακολουθεί να δεσπόζει στην πλατεία της Νέας Αλικαρνασσού και αποτελεί –ανάμεσα στα άλλα- ένα σύμβολο συλλογικής προσπάθειας και ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα συνεργασίας και δημιουργικότητας των προσφύγων.
Επιμέλεια : Μαριτίνα Κριτσωτάκη
Βιβλιογραφία: Εμμανουήλ Χαλκιαδάκης, "Η εγκατάσταση των Μικρασιατών προσφύγων στο Ηράκλειο και η ανοικοδόμηση του ναού του Αγ.Νικολάου Νέας Αλικαρνασσού", Πρακτικά 12ου Κρητολογικού συνεδρίου, Ηράκλειο (2016).
ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟΥ. ΟΜΑΔΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΦΗΒΩΝ» ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2021- 2022 ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ «100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ» 2022-2023
Συντονίστρια Μαρία Πετράκη. |
|